ονταδάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ονταδάκι τα ονταδάκια
      γενική
    αιτιατική το ονταδάκι τα ονταδάκια
     κλητική ονταδάκι ονταδάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ονταδάκι < οντάς, θέμα οντάδ-   + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ονταδάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]