οπισθο-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ὀπισθο-

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οπισθο- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ὀπισθο- < επίρρημα ὄπισθ(εν) + -ο-

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /o.piˈsθo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ο‐πι‐σθο-

Πρόθημα[επεξεργασία]

οπισθο-, οπισθό- ή οπισθ- πριν από φωνέην

Σύνθετα[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]