οργανική χημεία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οργανική χημεία < οργανική + χημεία

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

οργανική χημεία θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]