ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο ουδέτερο
- (γεωμετρία) στερεό εξάεδρο σχήμα που έχει τρία ζεύγη παράλληλων εδρών, οι έδρες του είναι παραλληλόγραμμα, και όλες οι γωνίες του είναι ορθές
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο