ορθοπροβολή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ορθοπροβολή οι ορθοπροβολές
      γενική της ορθοπροβολής των ορθοπροβολών
    αιτιατική την ορθοπροβολή τις ορθοπροβολές
     κλητική ορθοπροβολή ορθοπροβολές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ορθοπροβολή < ορθογραφική προβολή (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική orthographic projection με αποβολή του ‑γραφική

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ορθοπροβολή θηλυκό

  • μέθοδος προβολής κατά την οποία ένα αντικείμενο απεικονίζεται με τη χρήση παράλληλων γραμμών οι οποίες (προβολές) προβάλλουν το περίγραμμά του σε ένα επίπεδο
    το σύστημα στο οποίο παρουσιάζονται οι όψεις ενός αντικειμένου με τις πραγματικές του διαστάσεις (μήκος, πλάτος, ύψος)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]