ουραγκάν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ουραγκάν < (λόγιο δάνειο) γαλλική uragan και → δείτε τη λέξη ραγάνι
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /u.ɾaˈɡan/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ου‐ρα‐γκάν
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ουραγκάν ουδέτερο άκλιτο
- (παρωχημένο, άνεμος)
- συνώνυμο του ραγάνι
- (ειδικότερα) τυφώνας της Καραϊβικής
- → δείτε τη λέξη τυφώνας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ουραγκάν
|
Πηγές[επεξεργασία]
- «ραγάνι» & «οὐραγκάν» - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Άνεμοι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)