ούτε που να το φανταζόμουν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
ούτε που να το φανταζόμουν (el)
- για κάτι απροσδόκητο και έντονο συναισθηματικά
ούτε που να το φανταζόμουν (el)