ο που αγάλι αγάλι περπατεί, μακριά μπορεί να πάει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ο που αγάλι αγάλι περπατεί, μακριά μπορεί να πάει < → δείτε τις λέξεις αγάλι, περπατώ, μακριά, μπορώ και πηγαίνω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /o‿pu‿aˈɣa.li aˈɣa.li peɾ.paˈti, ma.kɾiˈa boˈɾi na‿ˈpa.i/

Παροιμία

[επεξεργασία]

ο που αγάλι αγάλι περπατεί, μακριά μπορεί να πάει

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • αγάλιΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)