πάση θυσία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πάση θυσία < (καθαρεύουσα ) πάσῃ θυσίᾳ (δοτική ενικού του πᾶσα θυσία) → δείτε τις λέξεις πάσα και θυσία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση[επεξεργασία]

πάση θυσία

Μεταφράσεις[επεξεργασία]