παθητικοεπιθετικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παθητικοεπιθετικός < παθητικός + -ο- + επιθετικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική passive-aggressive)
Επίθετο[επεξεργασία]
παθητικοεπιθετικός
- που αφορά συμπεριφορά η οποία χαρακτηρίζεται από την έμμεση έκφραση αρνητικών συναισθημάτων, όπως ο θυμός, η δυσαρέσκεια ή η απογοήτευση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παθητικοεπιθετικός