παιδοθεσία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]παιδοθεσία θηλυκό
- (νεολογισμός) η υιοθεσία
- ※ Αν τεθεί ζήτημα αλλαγής του όρου, προσωπικά θα τασσόμουν υπέρ της τεκνοθεσίας και όχι της παιδοθεσίας. Όχι επειδή γοητεύομαι από τον λογιότερο όρο, κάθε άλλο -αλλά τον βρίσκω ακριβέστερο, αφού «τέκνα» είναι τα δικά μου παιδιά, ενώ «παιδιά» είναι όλα. (Νίκος Σαραντάκος, Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία, Αναδοχή, υιοθεσία και τεκνοθεσία, εφημερίδα Αυγή, 07/05/2018 [1])
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] παιδοθεσία
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα παιδο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -θεσία (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)