παιδοψυχολόγου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
παιδοψυχολόγου αρσενικό ή θηλυκό
- παιδοψυχολόγος, στη γενική του ενικού