παλαμίς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | παλαμίς | αἱ | παλαμίδες |
γενική | τῆς | παλαμίδος | τῶν | παλαμίδων |
δοτική | τῇ | παλαμίδῐ | ταῖς | παλαμίσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | παλαμίδᾰ | τὰς | παλαμίδᾰς |
κλητική ὦ! | παλαμίς* | παλαμίδες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | παλαμίδε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | παλαμίδοιν | ||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | ||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- παλαμίς < αρχαία ελληνική πηλαμύς + -ίς
- παλαμίς < αρχαία ελληνική παλάμη + -ίς
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]παλαμίς θηλυκό
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]παλαμίς θηλυκό
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πατρίς' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πατρίς' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ιχθυολογία (αρχαία ελληνικά)
- Θηλαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Ζώα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)