Μετάβαση στο περιεχόμενο

παλιρροϊκό κύμα

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παλιρροϊκό κύμα <  δείτε τις λέξεις παλιρροϊκό και κύμα

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

παλιρροϊκό κύμα ουδέτερο

  • το κινούμενο παλιρροϊκό μέτωπο, σαφές και σχετικά σύντομο χρονικά (απότομη/μη σταδιακή μεταβολή στάθμης με μέτωπο κρούσης )

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]