Μετάβαση στο περιεχόμενο

παπαδολόι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παπαδολόι τα παπαδολόγια
      γενική του παπαδολογιού των παπαδολογιών
    αιτιατική το παπαδολόι τα παπαδολόγια
     κλητική παπαδολόι παπαδολόγια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τσάι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παπαδολόι < παπάδ(ες) + -ο- + -λόι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

παπαδολόι ουδέτερο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]