παράθεσις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική παράθεσῐς αἱ παραθέσεις
      γενική τῆς παραθέσεως τῶν παραθέσεων
      δοτική τῇ παραθέσει ταῖς παραθέσεσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν παράθεσῐν τὰς παραθέσεις
     κλητική ! παράθεσῐ παραθέσεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παραθέσει
γεν-δοτ τοῖν  παραθεσέοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παράθεσις, ήδη τον 5ο αιώνα στον Ιπποκράτη < παρατίθημι, θέμα παραθε- + -σις. Μορφολογικά αναλύεται σε παρά- + θέσις.

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παράθεσις θηλυκό

  1. τοποθέτηση στο πλάι, γειτνίαση
  2. (ελληνιστική σημασία) παράθεση κάποιας πηγής ή επιχειρήματος, μνημόνευση, αντιπαραβολή

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις παρατίθημι, παρά και τίθημι

Πηγές[επεξεργασία]