παραδειγματίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραδειγματίζομαι < παθητική φωνή του ρήματος παραδειγματίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

παραδειγματίζομαι

→ δείτε τη λέξη παραδειγματίζω