παραδότης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παραδότης οι παραδότες
      γενική του παραδότη των παραδοτών
    αιτιατική τον παραδότη τους παραδότες
     κλητική παραδότη παραδότες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραδότης < μεσαιωνική ελληνική παραδότης[1] < αρχαία ελληνική παραδίδωμι < παρά + δίδωμι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραδότης αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

  1. παραδότης - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)