παραθετικό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παραθετικό τα παραθετικά
      γενική του παραθετικού των παραθετικών
    αιτιατική το παραθετικό τα παραθετικά
     κλητική παραθετικό παραθετικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
παραδείγματα παραθετικών

για επίθετο:

για επίρρημα:

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραθετικό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου παραθετικός ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική comparatif[1])

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραθετικό ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

παραθετικό

Σημειώσεις[επεξεργασία]