Μετάβαση στο περιεχόμενο

παρακοπά

Από Βικιλεξικό

λείπει η κλίση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παρακοπά <  δείτε τη λέξη παρακοπή < παρακόπτω

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

παρακοπά (δωρικός τύπος του παρακοπή)