παρεξηγιέμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρεξηγιέμαι < παθητική φωνή του ρήματος παρεξηγώ

Ρήμα[επεξεργασία]

παρεξηγιέμαι

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]