πασπαλίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πασπαλίζομαι < παθητική φωνή του ρήματος πασπαλίζω

πασπαλίζομαι

→ δείτε τη λέξη πασπαλίζω