πατέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πάτε

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πατέ < γαλλική pâté

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πατέ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]