πατριδογνωσία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πατριδογνωσία οι πατριδογνωσίες
      γενική της πατριδογνωσίας των πατριδογνωσιών
    αιτιατική την πατριδογνωσία τις πατριδογνωσίες
     κλητική πατριδογνωσία πατριδογνωσίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πατριδογνωσία < πατρίδ(α) + -ο- + -γνωσία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πατριδογνωσία θηλυκό

  1. (κυριολεκτικά) η γνώση της πατρίδας καθενός
  2. (εκπαίδευση) μάθημα που διδασκόταν στις τάξεις του δημοτικού στην Ελλάδα, με εκμάθηση βασικών στοιχείων της γεωγραφίας της χώρας και των περιοχών της
    ※  Ας ξεκινήσουμε με το μάθημα της Πατριδογνωσίας που αφορούσε τις μικρές τάξεις. Την Πρώτη, τη Δευτέρα και μερικές φορές και την Τρίτη Δημοτικού. Η Πατριδογνωσία ήταν κάτι σαν Γεωγραφία, σαν Θρησκευτικά, σαν Φυσική Πειραματική, σαν κάτι το απροσδιόριστο και γλυκό (από ανάρτηση, στο ιστολόγιο lolanaenaallo. 2013/02)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]