πειθαρχείο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πειθαρχείο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πειθαρχείο ουδέτερο
- το κρατητήριο στο στρατό
- άλλη ονομασία για την απομόνωση σε φυλακές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πειθαρχείο
|