πελατοκεντρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πελατοκεντρικός < πελάτ(ης) + -ο- + κεντρικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pe.la.to.cen.dɾiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐λα‐το‐κε‐ντρι‐κός
Επίθετο[επεξεργασία]
πελατοκεντρικός, -ή, -ό
- σύστημα διαχείρισης οργανισμών, καταστημάτων
- που βασίζεται στον πελάτη και όχι σε υπάλληλο
- ↪ Το πελατοκεντρικό σύστημα εξυπηρέτησης στις τράπεζες θα αποφέρει κέρδη.
- ※ Η πελατοκεντρική προσέγγιση είναι πρώτα τρόπος σκέψης και μετά διαδικασίες και εργαλεία. Καθώς οι οργανισμοί που θέτουν στο επίκεντρο τους πελάτες καταλαμβάνουν ολοένα και περισσότερο την παγκόσμια επιχειρηματική αγορά, η έννοια της πελατοκεντρικότητας εξελίσσεται. Η εξέλιξη οδηγεί περισσότερο σε μια σε ρεαλιστική, έξυπνη και σε βάθος κατανόηση της συμπεριφοράς των πελατών παρά στην ανάπτυξη δεύτερης, τρίτης ή τέταρτης γενιάς εργαλείων.
- (Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για την πελατοκεντρικότητα, 12-02-2018, συντάκτης: Πάνος Τσαγκαράκης, @Reporter.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 21-05-2023)
- που στοχεύει πρώτιστα στην εξυπηρέτηση του πελάτη
- ↪ πελατοκεντρικό μοντέλο επιχείρησης
- που βασίζεται στον πελάτη και όχι σε υπάλληλο
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις πελάτης και κέντρο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πελατοκεντρικός
|
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με συνθετικό 'κεντρικός' (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)