πενταπλούς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πενταπλοῦς

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πενταπλούς < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή πενταπλοῦς, συνηρημένος τύπος του πενταπλόος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pen.daˈplus/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πε‐ντα‐πλούς
παλιότερος συλλαβισμός: πεν‐τα‐πλούς

Επίθετο[επεξεργασία]

πενταπλούς, πενταπλή, πενταπλούν (κλιτικοί τύποι από την αρχαία κλίση στο πενταπλοῦς)

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

πενταπλούς

Πηγές[επεξεργασία]