Μετάβαση στο περιεχόμενο

πεντηκονταετηρίς

Από Βικιλεξικό
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική πεντηκονταετηρίς αἱ πεντηκονταετηρίδες
      γενική τῆς πεντηκονταετηρίδος τῶν πεντηκονταετηρίδων
      δοτική τῇ πεντηκονταετηρίδ ταῖς πεντηκονταετηρίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν πεντηκονταετηρίδ τὰς πεντηκονταετηρίδᾰς
     κλητική ! πεντηκονταετηρίς* πεντηκονταετηρίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πεντηκονταετηρίδε
γεν-δοτ τοῖν  πεντηκονταετηρίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πεντηκονταετηρίς (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική πεντηκοντα- + -ετηρίς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πεντηκονταετηρίς, -ίδος θηλυκό (ελληνιστική κοινή)