πεπονιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | πεπονιά | οι | πεπονιές |
γενική | της | πεπονιάς | των | πεπονιών |
αιτιατική | την | πεπονιά | τις | πεπονιές |
κλητική | πεπονιά | πεπονιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πεπονιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική πεπονέα < πεπόν(ιον) + -έα > -ιά [1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pe.poˈɲa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐πο‐νιά
- τονικό παρώνυμο: πεπόνια
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πεπονιά θηλυκό
- (φυτό) είναι ετήσιο ποώδες αγγειόσπερμο δικότυλο φυτό (Cucumis melo, Σικυός ο πέπων ή Πέπων ο κοινός), από το οποίο βγαίνει το πεπόνι. Ανήκει στην οικογένεια των Κολοκυνθοειδών. Συγγενικά φυτά είναι η κολοκυθιά, η αγγουριά και η καρπουζιά.
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη πεπόνι
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- πεπονιά στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ πεπονιά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Τονικά παρώνυμα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Φυτά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)