πεπτικό σύστημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | πεπτικό σύστημα | τα | πεπτικά συστήματα |
γενική | του | πεπτικού συστήματος | των | πεπτικών συστημάτων |
αιτιατική | το | πεπτικό σύστημα | τα | πεπτικά συστήματα |
κλητική | πεπτικό σύστημα | πεπτικά συστήματα | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
πεπτικό σύστημα ουδέτερο
- (ανατομία) το σύστημα των οργάνων με τα οποία γίνεται η πέψη της προσληφθείσας τροφής και η αποβολή των αχώνευτων ουσιών
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πεπτικό σύστημα