περατός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | περατός | η | περατή | το | περατό |
γενική | του | περατού | της | περατής | του | περατού |
αιτιατική | τον | περατό | την | περατή | το | περατό |
κλητική | περατέ | περατή | περατό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | περατοί | οι | περατές | τα | περατά |
γενική | των | περατών | των | περατών | των | περατών |
αιτιατική | τους | περατούς | τις | περατές | τα | περατά |
κλητική | περατοί | περατές | περατά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- περατός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική περατός < περάω
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pe.ɾaˈtos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐ρα‐τός
- τονικό παρώνυμο: πέρατος
Επίθετο
[επεξεργασία]περατός, ή, -ό
- (λόγιο) που είναι δυνατόν να περαστεί (συνήθως σε σύνθετες λέξεις)
- ≈ συνώνυμα: διαβατός, διασχίσιμος
- ≠ αντώνυμα: απέρατος
- (λόγιο) που είναι δυνατόν να διαπεραστεί
- ※ Για το συγκεριμένο πρόβλημα, προτείνεται ένα διάφραγμα με εναλλασσόμενα αδιαπέρατα και περατά τμήματα (funnel and gate), έτσι ώστε το νερό να περνάει με μεγαλύτερη ταχύτητα μέσα από τα περατά τμήματα.
- [Άσκηση:] «Παράδειγμα: ροή σε πεδίο με περατό διάφραγμα» (pdf @ntua.org (αρχειοθετημένο), Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
- ※ Για το συγκεριμένο πρόβλημα, προτείνεται ένα διάφραγμα με εναλλασσόμενα αδιαπέρατα και περατά τμήματα (funnel and gate), έτσι ώστε το νερό να περνάει με μεγαλύτερη ταχύτητα μέσα από τα περατά τμήματα.
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία](Χρειάζεται επεξεργασία)
- πέρατος (επίθετο)
Πηγές
[επεξεργασία]- περατός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- περατός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Τονικά παρώνυμα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Ζητούμενα λήμματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)