περιοδικός πίνακας
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- περιοδικός πίνακας < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική periodic table < periodic (περιοδικός) + table (πίνακας) (επειδή μέσα στον πίνακα κάποιες ιδιότητες επαναλαμβάνονται περιοδικά)
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]περιοδικός πίνακας αρσενικό
- (χημεία) ένας πίνακας που κατατάσσει τα χημικά στοιχεία, με βάση τον ατομικό αριθμό και τις ιδιότητες τους
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] περιοδικός πίνακας