πιτσάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πιτσάκι τα πιτσάκια
      γενική
    αιτιατική το πιτσάκι τα πιτσάκια
     κλητική πιτσάκι πιτσάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πιτσάκι < πίτσα + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πιτσάκι ουδέτερο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]