πλοῦτος
Εμφάνιση
![]() |
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. |
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πλοῦτος < πίμπλημι • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πλοῦτος αρσενικό ή ουδέτερο
- πλούτος
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 171 (169-171)
- νῦν δ᾽ εἶμι Φθίηνδ᾽, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερόν ἐστιν | οἴκαδ᾽ ἴμεν σὺν νηυσὶ κορωνίσιν, οὐδέ σ᾽ ὀΐω | ἐνθάδ᾽ ἄτιμος ἐὼν ἄφενος καὶ πλοῦτον ἀφύξειν.»
- στην Φθίαν τώρ᾽ αναχωρώ· καλύτερα να γύρω | στον τόπον μου με τα κυρτά καράβια, και δεν θέλω | εδώ να μείνω ατίμητος τα πλούτη να σου αυξήσω».
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- νῦν δ᾽ εἶμι Φθίηνδ᾽, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερόν ἐστιν | οἴκαδ᾽ ἴμεν σὺν νηυσὶ κορωνίσιν, οὐδέ σ᾽ ὀΐω | ἐνθάδ᾽ ἄτιμος ἐὼν ἄφενος καὶ πλοῦτον ἀφύξειν.»
- ※ 7ος πκε αιώνας Σόλων, Απόσπασμα 15 West
- πολλοὶ γὰρ πλουτέουσι κακοί, ἀγαθοὶ δὲ πένονται·
ἀλλ᾽ ἡμεῖς τούτοις οὐ διαμειψόμεθα
τῆς ἀρετῆς τὸν πλοῦτον, ἐπεὶ τὸ μὲν ἔμπεδον αἰεί,
χρήματα δ᾽ ἀνθρώπων ἄλλοτε ἄλλος ἔχει.- Πλουτίζουν τιποτένιοι και στερούνται οι διαλεχτοί,
αλλά εμείς δεν την αλλάζουμε
την αρετή με πλούτο. Η αρετή αιώνια ζει,
τα πλούτη όμως ξεγλιστρούν και αλλάζουν χέρια ολοένα. - Μετάφραση: Κ. Τοπούζης @greek-language.gr
- Πλουτίζουν τιποτένιοι και στερούνται οι διαλεχτοί,
- πολλοὶ γὰρ πλουτέουσι κακοί, ἀγαθοὶ δὲ πένονται·
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 8, 555c (555c-555d)
- Οὐκοῦν δῆλον ἤδη τοῦτο ἐν πόλει, ὅτι πλοῦτον τιμᾶν καὶ σωφροσύνην ἅμα ἱκανῶς κτᾶσθαι ἐν τοῖς πολίταις ἀδύνατον, ἀλλ᾽ ἀνάγκη ἢ τοῦ ἑτέρου ἀμελεῖν ἢ τοῦ ἑτέρου; Ἐπιεικῶς, ἔφη, δῆλον.
- Δεν είναι όμως φανερό σε μια πόλη ότι είναι αδύνατο οι άνθρωποι συγχρόνως και να τιμούν τον πλούτο και να ασκούν την εγκράτεια και τη σωφροσύνη, αλλά κατ᾽ ανάγκην ή το ένα θα παραμελούν ή το άλλο; Αρκετά φανερό.
- Μετάφραση (στη δημοτική, χ.χ.): Ιωάννης Γρυπάρης. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2015 (στην καθαρεύουσα, 1911, Εκδ.Φέξη) @greek‑language.gr
- Οὐκοῦν δῆλον ἤδη τοῦτο ἐν πόλει, ὅτι πλοῦτον τιμᾶν καὶ σωφροσύνην ἅμα ἱκανῶς κτᾶσθαι ἐν τοῖς πολίταις ἀδύνατον, ἀλλ᾽ ἀνάγκη ἢ τοῦ ἑτέρου ἀμελεῖν ἢ τοῦ ἑτέρου; Ἐπιεικῶς, ἔφη, δῆλον.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 171 (169-171)
- (ως κύριο όνομα) → δείτε το λήμμα Πλοῦτος
Παράγωγα
[επεξεργασία]παράγωγα και σύνθετα με πλουτ-
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
- -πλουτος Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -πλουτος στο Βικιλεξικό
Κλίση
[επεξεργασία]κλίση αρσενικού | κλίση ουδετέρου | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
|
|
Πηγές
[επεξεργασία]- πλοῦτος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πλοῦτος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επέκταση ετυμολογίας (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Ιλιάδα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Πλάτωνα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'δρόμος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' εξαιρέσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπερισπώμενες (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'βέλος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σκεῦος' εξαιρέσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βέλος' προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά ή ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με πολλαπλά γένη (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με πολλαπλά γένη και κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)