πλύνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈpli.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πλύ‐νω
παρώνυμο: κλείνω

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

πλύνω



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ζητούμενο λήμμα


Παράγωγα[επεξεργασία]

και (Χρειάζεται επεξεργασία)

Πηγές[επεξεργασία]