ποιμαντήρ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
ποιμαντηρ- | |||||
ονομαστική | ὁ | ποιμαντήρ | οἱ | ποιμαντῆρες | |
γενική | τοῦ | ποιμαντῆρος | τῶν | ποιμαντήρων | |
δοτική | τῷ | ποιμαντῆρῐ | τοῖς | ποιμαντῆρσῐ(ν) | |
αιτιατική | τὸν | ποιμαντῆρᾰ | τοὺς | ποιμαντῆρᾰς | |
κλητική ὦ! | ποιμαντήρ | ποιμαντῆρες | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ποιμαντῆρε | |||
γεν-δοτ | τοῖν | ποιμαντήροιν | |||
3η κλίση, Κατηγορία 'κλητήρ' όπως «κλητήρ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ποιμαντήρ αρσενικό
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη ποιμήν
Πηγές[επεξεργασία]
- ποιμαντήρ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'κλητήρ' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κλητήρ' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -τήρ (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Επαγγέλματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)