πολυπροσωπία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυπροσωπία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πολυπροσωπία θηλυκό
- η ιδιότητα του πολυπρόσωπου
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυπροσωπία
|