πολύδακρυς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολύδακρυς < αρχαία ελληνική
Επίθετο[επεξεργασία]
πολύδακρυς αρσενικό ή θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολύδακρυς
→ δείτε τη λέξη πολυδάκρυτος |