προαπαιτούμαι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pro.a.peˈtu.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐α‐παι‐τού‐μαι
- ομόηχο: προαπαιτούμε
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]προαπαιτούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος προαπαιτώ