προβληματικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προβληματικά < προβληματικός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
προβληματικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προβληματικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
προβληματικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του προβληματικός