προμνημονιακός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προμνημονιακός < πρό + μνημονιακός
Επίθετο[επεξεργασία]
προμνημονιακός, -ή, -ό
- (νεολογισμός) που σχετίζεται με την χρονική περίοδο πριν από (κάποιο) μνημόνιο ή αναφέρεται στην περίοδο αυτή
- Η αλλαγή είναι πραγματικότητα γιατί το οικονομικό μοντέλο της προμνημονιακής Ελλάδας αποτελεί τελεσίδικο παρελθόν. (*)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις μνημονιακός, μνημόνιο και μνήμη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προμνημονιακός
|