προσευχητάρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το προσευχητάρι τα προσευχητάρια
      γενική
    αιτιατική το προσευχητάρι τα προσευχητάρια
     κλητική προσευχητάρι προσευχητάρια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προσευχητάρι < προσευχητάριο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

προσευχητάρι ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]