προσηκόντως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προσηκόντως < λείπει η ετυμολογία

Επίρρημα[επεξεργασία]

προσηκόντως

  • όπως ταιριάζει, καθώς πρέπει

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]