προσμονή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προσμονή < προσμένω
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προσμονή θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προσμονή
|