προσομοίωμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προσομοίωμα < προσομοιώ(νω) + -μα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προσομοίωμα ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προσομοίωμα
|