Μετάβαση στο περιεχόμενο

πρωτόγραφον

Από Βικιλεξικό

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

πρωτόγραφον

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού ή θηλυκού γένους του πρωτόγραφος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του πρωτόγραφος
    ΑΠΟΓΟΝΟΙ: νέα ελληνικά: πρωτόγραφο