πρόδηλα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πρόδηλα < πρόδηλος
Επίρρημα
[επεξεργασία]πρόδηλα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] πρόδηλα
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]πρόδηλα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πρόδηλο