πυρρά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
πυρρά < πυρρός
Επίρρημα[επεξεργασία]
πυρρά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πυρρά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
πυρρά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πυρρό