πῶς ἔχεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πῶς ἔχεις; → δείτε τη λέξη πῶς (επίρρημα) & ἔχεις δεύτερο ενικό πρόσωπο του ρήματος ἔχω

Έκφραση[επεξεργασία]

πῶς ἔχεις;

  • πώς είσαι;
    ※  5ος αιώνας πκε Ευριπίδης, Ορέστης, 732-733@perseus.tufts.edu
    [μιλά ο Πυλάδης] τί τάδε; πῶς ἔχεις; τί πράσσεις, φίλταθ᾽ ἡλίκων ἐμοὶ
    καὶ φίλων καὶ συγγενείας; πάντα γὰρ τάδ᾽ εἶ σύ μοι.
    Τι γίνεται; Πώς είσαι; Τι κάνεις, καλύτερέ μου σύντροφε, φίλε και συγγενή; Γιατί όλ' αυτά είσαι συ για μένα.

Συνώνυμα[επεξεργασία]