ραγδαιότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ραγδαιότητα οι ραγδαιότητες
      γενική της ραγδαιότητας των ραγδαιοτήτων
    αιτιατική τη ραγδαιότητα τις ραγδαιότητες
     κλητική ραγδαιότητα ραγδαιότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ραγδαιότητα < ελληνιστική κοινή ῥαγδαιότητα, αιτιατική ενικού τού ῥαγδαιότης[1] < αρχαία ελληνική ῥαγδαῖος < ῥάγδην

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ra.ɣðeˈo.ti.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ρα‐γδαι‐ό‐τη‐τα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ραγδαιότητα θηλυκό

  1. (σπάνιο, λόγιο) η ιδιότητα του ραγδαίου
    ※  Πάντως, η Hellenic Train στην επιστολή της τονίζει για τις αυτοκινητάμαξες Desiro ότι ο ρυθμός φθοράς «παραμένει αμετάβλητος σε σχέση με τον Ιούνιο», αλλά τονίζεται ότι «η ραγδαιότητα του προβλήματος» αποδεικνύεται από την παρατήρηση ότι σε συγκεκριμένο συρμό, οι τροχοί που είχαν αντικατασταθεί τον Οκτώβριο του 2022 «χρειάζονται εκ νέου αντικατάσταση έπειτα από μόλις 185.000 χιλιόμετρα», την ώρα που ο κύκλος ζωής των ίδιων συρμών στη Βόρεια Ελλάδα είναι δεκαπλάσιος! (www.efsyn.gr, 11.08.2023)
  2. (μετεωρολογία) η ιδιότητα του ραγδαίου
    ※  «Είχαμε τον καύσωνα το προηγούμενο διάστημα που δίνει τη θέση του στα έντονα καιρικά φαινόμενα. Είναι φαινόμενα που παρουσιάζονται αιφνίδια και διαρκούν πάρα πολύ λίγο», είπε και σημείωσε πως τα φαινόμενα είχαν πολύ μεγάλη ταχύτητα με «μεγάλη ραγδαιότητα στην ένταση των ανέμων». (www.lifo.gr, 11/7/2019)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • ραγδαιότηταΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • ραγδαιότητα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

  1. ῥαγδαιότης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.